-
1 βουλευσις
- εως ἥ1) обсуждение, рассмотрение(φαίνεται ἥ μὲν ζήτησις οὐ πᾶσα εἶναι β., ἥ δὲ β. πᾶσα ζήτησις Arst.)
2) юр. злоумышлениеβουλεύσεως δίκη или γραφή Dem., Arst.; — судебный процесс по обвинению в покушении на жизнь или в заведомо обманном внесении (кого-л.) в списки государственных недоимщиков
См. также в других словарях:
παράσταση — I Η ενέργεια και το αποτέλεσμα του παριστώ, η με αισθητό τρόπο απόδοση συγκεκριμένων ή αφηρημένων πραγμάτων. Π. λέγεται και η εξωτερική όψη ανθρώπου και ο τρόπος της εξωτερικής του εμφάνισης, το παρουσιαστικό του. Επίσης, η κοινωνική εμφάνιση… … Dictionary of Greek